Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2017

Θέλεις να σε προσέχουν οι γυναίκες στα μπαρ; Δες ποιο είναι το μυστικό που τις ελκύει!





  
Όσο ωραία ρούχα και να φοράς, όσο ενδιαφέρουσες ατάκες και αν λες, πρέπει να θυμάσαι πως το μυστικό είναι να μην προσπαθείς να την εντυπωσιάσεις σε υπερβολικό βαθμό. Οι γυναίκες ελκύονται από τους άντρες που αισθάνονται άνετα με τον εαυτό τους.


Γι΄αυτό ξέχασε όλες τις συνηθισμένες ατάκες που συχνά ακούς, γιατί καμία δεν έχει αποτέλεσμα.




Επίσης φρόντισε να είσαι καλός ακροατής. Άκουσε την προσεχτικά όταν σου μιλάει και κάνε ερωτήσεις για να της δείξεις πως έχεις εστιάσει την προσοχή σου σε αυτά που λέει. Και μην υποτιμάς τη δύναμη μιας καλής ιστορίας. Μια ενδιαφέρουσα ιστορία μπορεί να προσελκύσει το ενδιαφέρον της σε χρόνο dt.

Οι γυναίκες να θυμάσαι πως σιχαίνονται τις κλισέ ατάκες, γι΄αυτό είναι προτιμότερο να την προσεγγίσεις με έναν πιο ενδιαφέρον τρόπο, παρά να της πεις πως τα μάτια της λάμπουν σαν το φως του ήλιου!


Πηγή:manslife.gr

Tα μυστικά του σεξ



Κάποια στιγμή, ο μεγάλος γάτος παίρνει το μικρό γατάκι να του μάθει τα μυστικά του σεξ.

Ανεβαίνουν στα κεραμίδια και ο γάτος λέει στο γατάκι:

- "Κοίτα να μαθαίνεις πως κάνουν σεξ οι μεγάλοι γάτοι".

Βλέπει μία γάτα, την πλησιάζει, αλλά αυτή του γυρίζει την πλάτη και φεύγει. Το μικρό γατάκι από πίσω του. Βλέπει μια άλλη, αλλά και αυτή το ίδιο. Ξανά με την τρίτη γάτα τα ίδια.

Αυτή η ιστορία συνεχίστηκε για καμιά ώρα, οπότε ακούει το γατάκι να του λέει:

- "Ακου να δεις φίλε, εγώ θα κάνω άλλη μισή ώρα σεξ και μετά θα φύγω!!!"

Υπήρξαν λιοντάρια στην Ελλάδα;


Η φιγούρα του βρίσκεται σε αγγεία, ψηφιδωτά, αετώματα ναών και ασπίδες πολεμιστών, ενώ πολλά ονομαστά μνημεία κοσμούνται από γλυπτές αναπαραστάσεις του. Αρκεί να αναφερθούν ενδεικτικά οι λέοντες στη Χαιρώνεια και την Αμφίπολη, η Πύλη των Λεόντων στις Μυκήνες, αλλά και η Οδός των Λεόντων στην Δήλο.


Ο Όμηρος χρησιμοποιεί πολύ συχνά παρομοιώσεις με το συγκεκριμένο ζώο, ενώ το ένδοξο όνομα «Λεωνίδας» δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά «απόγονος λέοντα». Σύμφωνα δε με τη μυθολογία, ο μεγάλος ήρωας Ηρακλής είχε καταφέρει να σκοτώσει όχι ένα αλλά δύο λιοντάρια: το πρώτο στον Κιθαιρώνα και το δεύτερο στη Νεμέα. Όλα αυτά δείχνουν μια μεγάλη εξοικείωση των αρχαίων Ελλήνων με το συγκεκριμένο είδος αιλουροειδούς, πράγμα πολύ ασυνήθιστο αν δεχτούμε ότι δεν υπήρχαν λιοντάρια στην Ελλάδα. Αρκετοί όμως αρχαίοι συγγραφείς μάς διαβεβαιώνουν για το αντίθετο.

Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι κατά την εισβολή του Ξέρξη στην Ελλάδα, το 480 π.Χ., ο στρατός του αντιμετώπισε συχνά νυχτερινές επιθέσεις λιονταριών, καθώς διέσχιζε τη Μακεδονία. Οι Πέρσες κατευθύνονταν από την Άκανθο της Χαλκιδικής προς τη Θέρμη, όπου είχε συγκεντρωθεί προηγουμένως ο στόλος τους. Όταν στρατοπέδευαν τις νύχτες, δέχονταν επιδρομές λιονταριών, τα οποία ορμούσαν και κατασπάραζαν τις φορτωμένες με τρόφιμα μεταγωγικές καμήλες. Τα θηρία αυτά εγκατέλειπαν τα λημέρια τους και ορμούσαν στην περσική στρατιά, θεωρώντας τη συγκέντρωση τόσων ανθρώπων και υποζυγίων μια πολύ καλή ευκαιρία για εύκολο κυνήγι. Παραδόξως όμως, μοναδικός στόχος των επιθέσεων αυτών αποδείχθηκαν οι καμήλες. Τα λιοντάρια δεν πείραξαν κάποιο από τα υπόλοιπα μεταγωγικά ζώα αλλά ούτε και τους ανθρώπους.

Ο Ηρόδοτος μάλιστα αναρωτιέται για ποιον λόγο τα επιτιθέμενα θηρία κατασπάραζαν μόνο τις καμήλες, τις οποίες δεν είχαν ξαναδεί και δεν γνώριζαν καν τη γεύση της σάρκας τους. Στη συνέχεια, ο Έλληνας ιστορικός προσδιορίζει ως βιότοπο των λιονταριών μια μεγάλη περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Νέστο και Αχελώο. Σημειώνει δε ότι πουθενά αλλού στην Ευρώπη δεν θα συναντήσει κανείς αυτό το είδος αιλουροειδούς.

Πολλά χρόνια αργότερα, ο Αριστοτέλης θα αναφέρει κι αυτός την ίδια περιοχή ως φυσικό χώρο διαβίωσης των λιονταριών. Από την άλλη μεριά, ο Ξενοφών, στο έργο του «Κυνηγετικός», είναι πιο ακριβής, λέγοντας ότι τα λημέρια των ζώων αυτών είναι τα όρη Χορτιάτης και Παγγαίο. Τέλος, ο Έλληνας περιηγητής και γεωγράφος Παυσανίας διηγείται ότι ο ολυμπιονίκης στο παγκράτιο Πολυδάμας, τον 5ο αιώνα π.Χ., σκότωσε με γυμνά χέρια ένα λιοντάρι στην περιοχή του Ολύμπου. Ο αθλητής θαύμαζε πάρα πολύ τον Ηρακλή και ήθελε με αυτόν τον τρόπο να μιμηθεί τον πρώτο άθλο του ήρωα, στη Νεμέα.

Τα αρχαία κείμενα μας δίνουν επίσης πληροφορίες για το πότε περίπου εξαφανίστηκαν τα λιοντάρια από τον ελλαδικό χώρο. Ο Πολύβιος σημειώνει ότι στην εποχή του (200 – 118 π.Χ.) κανένα από τα είδη ζώων που αφθονούσαν στην Αφρική δεν υπήρχε πλέον στην Ευρώπη. Παράλληλα, ο Δίων ο Χρυσόστομος, γράφοντας κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ., διαβεβαιώνει ότι τα λιοντάρια της Μακεδονίας είχαν εξαφανιστεί ολοσχερώς.

Πώς όμως συνέβη τελικά αυτό; Η κυριότερη αιτία για την εξαφάνιση των λιονταριών από την Ελλάδα ήταν μάλλον το ανεξέλεγκτο κυνήγι, αφού τα συγκεκριμένα ζώα ουσιαστικά δεν είχαν φυσικούς εχθρούς. Παράλληλα, θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν και η ολοένα αυξανόμενη ζήτηση αγρίων θηρίων για τις ρωμαϊκές αρένες. Σύμφωνα λοιπόν με όλες τις διαθέσιμες μαρτυρίες, φαίνεται πως τα λιοντάρια που έζησαν κάποτε στη χώρα μας περιορίζονταν στη Μακεδονία και γενικότερα στη Βόρεια Ελλάδα.

Ας μην ξεχνάμε εξάλλου ότι το περίφημο αρχαίο ψηφιδωτό που αναπαριστά κυνήγι λέοντος βρίσκεται στην Πέλλα. Παράλληλα, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι το είδος που κάποτε διαβίωνε στην Ελλάδα ήταν παρόμοιο με το σημερινό ασιατικό λιοντάρι (Panthera Leo Persica). Ίσως τελικά ο πρώτος άθλος του Ηρακλή να βασίζεται ώς έναν βαθμό σε πραγματικά περιστατικά και να μην αποτελεί εξ ολοκλήρου επινόηση κάποιου ευφάνταστου παραμυθά της αρχαιότητας.

πηγή: ellas2.wordpress.com

Άνδρες - Γυναίκες




- Μια γυναίκα ανησυχεί για το μέλλον μέχρι να βρει άνδρα.

- Ένας άνδρας ποτέ δεν ανησυχεί για το μέλλον μέχρι να βρει γυναίκα 





Κατερίνα Μουτσάτσου: Παντρεύτηκε με θρησκευτικό γάμο στην Αίγινα




Τέσσερα χρόνια μετά τον πολιτικό τους γάμο στο Λος Άντζελες η Κατερίνα Μουτσάτσου και ο αγαπημένος της Charles Como έκαναν χθες και τον θρησκευτικό τους στην Αίγινα. 

«Λίγο νωρίτερα, ορθόδοξος γάμος» έγραψε στο Instagram η ηθοποιός και ανέβασε μια φωτογραφία από το εκκλησάκι του Αγίου Νεκτάριου στην Αίγινα, όπου ντυμένη στα λευκά είναι έτοιμη να πετάξει τη νυφική ανθοδέσμη. 





Πηγή:protothema.gr

Τι συνέβη στον Φρόιντ όταν ανέβηκε μια και μοναδική φορά στην Ακρόπολη [εικόνες]


Ο Φρόιντ ήρθε μια και μοναδική φορά στην Ελλάδα, το φθινόπωρο του 1904.  Συγκεκριμένα έφτασε στην χώρα μας στις 3 του Σεπτέμβρη, με δρομολόγιο της εταιρείας Lloyd, συνοδευόμενος από τον μικρό του αδερφό Alexander (ο οποίος ονομάστηκε έτσι μετά από επιμονή του ίδιου του Φρόιντ, που έτρεφε μεγάλο θαυμασμό για τον Αλέξανδρο τον Μακεδόνα).

Οι δυό τους ήταν προηγουμένως διακοπές στην Ιταλία και σκόπευαν έτσι κι αλλιώς να έρθουν στην χώρα μας, με την διαφορά ότι ο πρώτος τους σταθμός, σχεδίαζαν να είναι η Κέρκυρα. Άλλαξαν όμως τα σχέδια τους, όταν κάποιος φίλος του Αλέξανδρου, τους υπέδειξε ως καταλληλότερο προορισμό την Αθήνα, λόγω του καύσωνα που είχε η Κέρκυρα τότε, αλλά και των πολύ βολικών δρομολογών της εταιρείαςLloyd.

Τα δύο αδέλφια, σε μεγαλύτερη ηλικία:




Έφτασαν λοιπόν στην Αθήνα, κατέλυσαν στο δωμάτιο 31 του ξενοδοχείου «Αθηνά», κι αφού ο Φρόιντ έβαλε το καλύτερο του πουκάμισο, επισκέφτηκαν το Θησείο, ήπιαν καφέ κι ανέβηκαν στην Ακρόπολη. Έμειναν εκεί για 2 ώρες και την επόμενη μέρα ξαναπήγαν και ξόδεψαν όλο σχεδόν τον χρόνο τους εκεί. Η βροχή τους έκανε να καταφύγουν στο υπόστεγο του Μουσείου, το οποίο όμως ήταν κλειστό κι έτσι έμειναν να θαυμάζουν την θέα της πόλης από ψηλά.




Φωτογραφίες από αυτό το ταξίδι, δεν σώζονται. Σώζονται όμως επιστολικά δελτάρια που ο Φρόιντ έστειλε στην γυναίκα του, την Μάρθα. Έτσι, γνωρίζουμε πως μετά την Αθήνα, τα δύο αδέρφια πήγαν με το τρένο στην Κόρινθο, την πόλη της παιδικής ηλικίας του Οιδίποδα, κι ακολούθως επισκέφτηκαν την Πάτρα, απ’ όπου κι αναχώρησαν στις 10 το βράδυ, της 6ης Σεπτεμβρίου, με προορισμό την Τεργέστη.

Για τον Φρόιντ αυτές οι ώρες στην Ακρόπολη, ήταν εξαιρετικά σημαντικές και τις θυμόταν ως το θάνατό του, επειδή έπαθε κάτι εκεί που ο ίδιος ονόμασε «σύγχυση της μνήμης» και το περιέγραψε εκτενώς σε γράμμα που έστειλε στον φίλο του Romain Rolllan. Ήταν σαν να μην πίστευε ότι το μνημείο αυτό, για το οποίο τόσα είχε μάθει και διαβάσει, υπήρχε όντως. .




Αναστατωμένος από αυτή την εμπειρία, ο Φρόυντ δεν κατάφερε να την αναλύσει ικανοποιητικά παρά μόνο 32 χρόνια μετά το συμβάν, το 1936. Τη χρονιά αυτή έγραψε γράμμα στον Ρομέν Ρολάν με τίτλο «Ανάμνηση μιας Διαταραχής στην Ακρόπολη», όπου προσπαθεί να αυτο-αναλύσει εκείνο που του συνέβη το 1904 επάνω στον ιερό βράχο. Ο Φρόυντ είχε αρχίσει να αλληλογραφεί με τον Γάλλο φίλο του από το 1923. Το «ωκεάνιο» συναίσθημα του Ρολάν το βρίσκουμε στις πρώτες γραμμές του Έργου του Φρόυντ «Πολιτισμός Πηγή Δυστυχίας».

Στο γράμμα του προς τον Ρολάν ο Φρόυντ αυτο-αναλύεται και αναφέρει το ταξίδι στην Αθήνα σαν αντικείμενο επιθυμίας ανάμικτης με ενοχή. Η επιθυμία πηγαίνει πίσω στην αρχή της παιδικής ηλικίας, όταν ο Φρόυντ είχε ταξιδιωτικά όνειρα, εκφράζοντας την επιθυμία να ξεφύγει από την οικογενειακή ατμόσφαιρα, τους περιορισμούς και την φτώχεια που έζησε στη νιότη του.

Από την άλλη μεριά, υπήρχε και ενοχή, αφού η επίσκεψη στην Αθήνα σήμαινε ότι ο Φρόυντ είχε ξεπεράσει τον πατέρα του, που ήταν πολύ φτωχός για να ταξιδέψει, και αμόρφωτος για να έχει οποιοδήποτε ενδιαφέρον για αυτά τα μέρη. Η άνοδος στην Ακρόπολη στο μυαλό του Φρόυντ ήταν η επιβεβαίωση ότι είχε ξεπεράσει τον πατέρα του, κάτι που ένας γιος δεν επιτρεπόταν να κάνει.




Γράφει ο Φρόιντ στην επιστολή του στον Ρομάν Ρολάν:

«Αμφέβαλα αν θα έβλεπα ποτέ την Αθήνα με τα ίδια μου τα μάτια. Το να πάω τόσο μακριά, «να κάνω τον δικό μου δρόμο, μου φαινόταν εκτός κάθε δυνατότητας. Αυτό το αίσθημα ήταν συνδεδεμένο με την οικονομική δυσπραγία και τις φτωχές συνθήκες ζωής μας όταν ήμουν νέος. Και σίγουρα, τα όνειρά μου για ταξίδια εξέφραζαν επίσης το πάθος να αποδράσω από την οικογενεικάη ατμόσφαιρα, αυτό το ίδιο πάθος που ωθεί τόσους εφήβους να φεύγουν από το σπίτι. Είχα καταλάβει από καιρό ότι ένα μέρος της επιθυμίας μου να ταξιδέψω οφειλόταν σε αυτή την επιθυμία να έχω ελεύθερη ζωή, με άλλα λόγια στην δυσαρέσκειά μου από την οικογένεια. Οταν κάποιος βλέπει την θάλασσα για πρώτη φορά, όταν διασχίζει τον ωκεανό, πόλεις και πραγματικά τοπία που τα ονειρευόταν από καιρό ως μακρινά και απροσπέλαστα, νιώθει σαν ήρωας που έκανε απίστευτα κατορθώματα.

«Θα μπορούσα εκείνη τη μέρα στην Ακρόπολη να είχα πει στον αδελφό μου: «Θυμάσαι που όταν ήμαστε μικροί, περπατούσαμε κάθε μέρα στους ίδιους δρόμους για να πάμε στο σχολείο, και πως κάθε Κυριακή πηγαίναμε στο Πράτερ ή εκδρομή σε ένα μέρος που ξέραμε πολύ καλά; Και τώρα, είμαστε στην Αθήνα, επάνω στην Ακρόπολη! Μα την αλήθεια, διαβήκαμε μεγάλη απόσταση!...»

«Πρέπει να παραδεχθώ ότι ένα αίσθημα ενοχής μένει συνδεδεμένο με την απόλαυση όταν κάποιος πετυχαίνει τους στόχους του: Ενυπάρχει εδώ κάτι άδικο και απαγορευμένο. Αυτό εξηγείται από την κριτική του παιδιού προς τον πατέρα ... όλα συμβαίνουν λες και το πρωταρχικό στοιχείο στην επιτυχία είναι να πας πιο μακριά από τον πατέρα σου, και ταυτόχρονα σαν να ήταν πάντα απαγορευμένο να τον ξεπεράσεις».

«...Ο πατέρας μας ήταν έμπορας, δεν είχε κάνει λυκειακές σπουδές, η Αθήνα δεν σήμαινε πολλά πράγματα για εκείνον. Ετσι, αυτό που μας εμπόδιζε να απολαύσουμε το ταξίδι μας ήταν ένα αίσθημα λύπησης».




Εκεί, στον ιερό βράχο της Ακρόπολης, ένα από τα μεγάλα μυστήρια της ψυχής, το λεγόμενο «Οιδιπόδειο σύμπλεγμα», αποκαλυπτόταν ήδη από το 1904 στον γιο που επρόκειτο να γίνει πατέρας της ψυχανάλυσης...

Ο Φρόυντ ήταν λάτρης του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και άριστος γνώστης της αρχαίας ελληνικής γλώσσας -δεν ήταν άλλωστε τυχαίο που το γνωστό σύνδρομο το ονόμασε «οιδιπόδειο». Το μοναδικό του αυτό ταξίδι στην Ελλάδα αναλύεται στο βιβλίο του Ernest Jones, Σίγκμουντ Φρόυντ. Η ζωή και το έργο του.

«Τον Αύγουστο του 1904, ο Φρόυντ, συνοδευόμενος για μια φορά ακόμη από τον Αλέξανδρο (τον αδερφό του), ξεκίνησε για την Ελλάδα. Το πρωί της 30ης Αυγούστου σαλπάρησαν για το Μπρίντεζι, ταξίδι είκοσι τεσσάρων ωρών. Μεταξύ των επιβατών ήταν και ο καθηγητής Dorpfeld, βοηθός του περίφημου αρχαιολόγου Σλήμαν. Ο Φρόυντ κοίταζε με δέος τον άνθρωπο που είχε βοηθήσει στην ανακάλυψη της Τροίας, αλλά ήταν υπερβολικά ντροπαλός για να τον πλησιάσει. Την επόμενη μέρα έμειναν τρεις ώρες στην Κέρκυρα που ο Φρόυντ παρομοίωσε με την Ραγούσα. Είχε καιρό να επισκεφτεί τα δυο παλιά βενετσιάνικα φρούρια εκεί. Το πλοίο έπιασε στην Πάτρα το επόμενο πρωί, συνέχισε για τον Πειραιά και το μεσημέρι 3 Σεπτεμβρίου ήσαν στην Αθήνα. Η πρώτη εντύπωσή του από το Θησείο, μια εντύπωση αλησμόνητη και απερίγραπτη.

Το επόμενο πρωί πέρασαν δύο ώρες στην Ακρόπολη, επίσκεψη για την οποία ο Φρόυντ είχε προετοιμαστεί φορώντας το καλύτερο πουκάμισό του. Γράφοντας στους δικούς του ανέφερε ότι η εμπειρία του εκεί ξεπέρασε ό,τι είχε δει ποτέ του ή μπορούσε να φανταστεί, και όταν θυμηθούμε τον πλούτο των κλασικών γνώσεων με τον οποίο ήταν εφοδιασμένο το πνεύμα του από τα παιδικά του χρόνια και δώθε, καθώς και την ευαισθησία του απέναντι στην ομορφιά, μπορούμε να καταλάβουμε πολύ καλά τι σήμαιναν γι’ αυτόν οι εντυπώσεις. Πάνω από είκοσι χρόνια αργότερα είπε πως οι κολόνες στο χρώμα του κεχριμπαριού της Ακρόπολης ήταν τα ωραιότερα πράγματα που είχε δει στη ζωή του. Καθώς στεκόταν εκεί είχε μια περίεργη ψυχολογική εμπειρία που ανέλυσε πολλά χρόνια αργότερα σε ένα γράμμα του στον Ρομαίν Ρολάν. Ήταν μια παράξενη άρνηση να πιστέψει στην πραγματικότητα αυτού που βρισκόταν μπροστά στα μάτια του και έφερε σε αμηχανία τον αδελφό του ρωτώντας τον αν ήταν αλήθεια ότι βρίσκονταν πραγματικά στην Ακρόπολη. Στη λεπτή ανάλυση που δημοσίευσε αργότερα, ο Φρόυντ ανήγαγε την προέλευση αυτής της αίσθησης δυσπιστίας στο γεγονός ότι στα φτωχά παιδικά του χρόνια θα θεωρούσε απίθανη την ιδέα να είναι κάποτε σε θέση να επισκεφτεί ένα τόσο υπέροχο μέρος, κι αυτό με τη σειρά του συνδεόταν με την απαγορευμένη επιθυμία να ξεπεράσει σε επιτεύγματα τον πατέρα του. Συνέκρινε τον μηχανισμό που βρίσκεται επί τω έργω μ’ εκείνον που λειτουργεί στους ανθρώπους που δεν μπορούν να υποφέρουν την επιτυχία.

Με την ευκαιρία αυτή ο Φρόυντ αναγκάστηκε να μάθει πόσο διαφορετικά ήσαν τα αρχαία από τα νέα ελληνικά. Είχε τέτοια εξοικείωση με τα πρώτα, που στα νιάτα του είχε γράψει το ημερολόγιό του στα ελληνικά, αλλά τώρα καθοδηγώντας τον αμαξά του να τον πάει στο ξενοδοχείο Αθηνά απέτυχε, παρ’ όλες τις παραλλαγές στην προφορά, να γίνει κατανοητός και δεν του έμενε πια παρά να γράψει ταπεινωμένος τη λέξη.

Ο Φρόυντ πέρασε και την επόμενη μέρα στην Ακρόπολη. Έφυγαν από την Αθήνα στις 6 Σεπτεμβρίου, πήραν το τραίνο για την Κόρινθο και στη συνέχεια κατά μήκος του Κορινθιακού κόλπου έφθασαν στην Πάτρα όπου βρήκαν το καράβι που σαλπάριζε στις δέκα εκείνο το βράδυ. Έπειτα πίσω στην πατρίδα μέσω Τεργέστης.»



Πηγή:  iefimerida.gr